***
Ίσως απόσπασμα μιας αρχής... (2)
.......................................................... Μαζί Κυριάκο μου σε όλα. Και στις φουρτούνες και στα μελτέμια. Απ’ τις φουρτούνες έμαθα να φυλάγομαι, μα τα μελτέμια με φοβίζουν. Είναι εκείνες οι φορές που ξαπλώνω στη θάλασσα και βάζω τα χέρια για μαξιλάρι, που κλείνω τα μάτια γιατί με τυφλώνει ο ήλιος και με καίει, όπως κάποιες αλήθειες που κι αυτές με ενοχλούν και τις ξεφεύγω, κι έρχεται ένας δυνατός αέρας, ένα μελτέμι, ένα κύμα ψηλό, που με γυρίζει ανάποδα, που με εμποδίζει να βγω στη στεριά να σωθώ, που τ’ αρμυρό νερό μου φέρνει βήχα, με σιγοπνίγει κι εγώ με όλες μου τις δυνάμεις και κυρίως με τις δικές σου δυνάμεις, καταφέρνω να βγω και να σωθώ.
Κι εκεί στην άμμο, βρεγμένη και φοβισμένη, με πνίγει το φιλί ζωής που πας να μου δώσεις για να με σώσεις, μα μέσα απ’ το βήχα και τον εμετό, εκεί που το φιλί αρχίζει να μου ξυπνάει τη σάρκα και τις αισθήσεις, εκεί αρχίζω πάλι να ζω, μαζί σου και δίπλα σου πάλι.
Σ’ αγκαλιάζω αλλιώτικα πια και κοιτάζω τον ήλιο κατάματα πια, κι ας με κάψει!
Σ’ αγκαλιάζω αλλιώτικα πια και κοιτάζω τον ήλιο κατάματα πια, κι ας με κάψει!
Ποιον δεν έκαψαν οι αλήθειες και πόσους δεν λύτρωσαν όμως;
Χαϊδεύω το πρόσωπό σου, τα γκρίζα σου μαλλιά, ψάχνω τις ρυτίδες σου να δω το βάθος τους.
Μα που τις έχεις κρύψει; Δεν φαίνονται όλες, παρόλο που έκοψες το μούσι, αυτό που πάντα λάτρευα από τότε που σε γνώρισα, τίποτα δεν φαίνεται. Εκείνα τα λόγια που εσύ ποτέ δεν ξεστόμισες, που μπόρεσαν και κρύφτηκαν; Ή δεν είχες ποτέ; Δεν μπορεί.
Δεν μπορεί να μην θύμωσες μαζί μου κάποια στιγμή για τα χρόνια που σου έκλεψα, για τα νιάτα που μου χάρισες, για την ομορφιά σώματος και ψυχής που μου έδωσες απλόχερα;
Να μια ρυτιδούλα. Την είδα. Μην την κρύβεις. Τώρα που έκοψες το μούσι φαίνεται. Είναι κάτω ακριβώς απ’ το μεγάλο και σαρκώδες κάτω χείλος σου. Την είχα αισθανθεί ότι θα ενώνεται εκεί στα όρια του χείλους και της λεπτής κόκκινης γραμμής. Γι’ αυτό τονίζονται τώρα πιο πολύ τα χείλη. Γιατί μπερδεύτηκαν με το πάθος, τη ζωή και τον έρωτα.
Δεν μπορεί να μην θύμωσες μαζί μου κάποια στιγμή για τα χρόνια που σου έκλεψα, για τα νιάτα που μου χάρισες, για την ομορφιά σώματος και ψυχής που μου έδωσες απλόχερα;
Να μια ρυτιδούλα. Την είδα. Μην την κρύβεις. Τώρα που έκοψες το μούσι φαίνεται. Είναι κάτω ακριβώς απ’ το μεγάλο και σαρκώδες κάτω χείλος σου. Την είχα αισθανθεί ότι θα ενώνεται εκεί στα όρια του χείλους και της λεπτής κόκκινης γραμμής. Γι’ αυτό τονίζονται τώρα πιο πολύ τα χείλη. Γιατί μπερδεύτηκαν με το πάθος, τη ζωή και τον έρωτα.
Από κει όλα ξεκινούν. Απ’ τα χείλη. Απ’ το πρώτο φιλί. Θυμάσαι τα λευκώματα; «Από τα χείλη ξεκινά, στο σώμα κατεβαίνει, κι αν κατεβεί πιο χαμηλά, σε εννέα μήνες βγαίνει!» Έτσι και από κει βγήκαν τα παιδιά μας, τότε που εγώ ήμουν 20 και συ 23.
Τρία χρόνια διαφορά ηλικίας. Πάντα ήθελα ο άντρας που θα αγαπήσω και θα παντρευτώ να με περνάει τουλάχιστον 10 χρόνια. Έλεγαν οι παλιοί πως ο μεγαλύτερος άντρας ξέρει να προσέχει τη γυναίκα. Με το που σε είδα να πετάς, το ξέχασα. Ήταν ένα «πάντα» που κράτησε μέχρι να σε γνωρίσω. Μετά το ξέχασα. Το θυμήθηκα πάλι τώρα. Το τώρα πάλι είναι σχετικό. Όχι τώρα που γράφω ακριβώς, αλλά τότε, εδώ και μήνες ή χρόνο, που έκοψες το μούσι. Ένα τώρα που έγινε τότε. Γίνεται κι αυτό. Τότε είδα ένα καινούργιο πρόσωπο, πιο νέο και πιο όμορφο, μα τόσο άγνωστο σε μένα. Το είχα ξεχάσει, όπως κι εσύ σε κείνη τη γκαρσονιέρα που συζούσαμε πριν παντρευτούμε. Αφού μου άρεσες έτσι, δεν το ξαναέκοψες. Σ’ εμένα ήθελες να αρέσεις πάντα. Εμένα ήθελες να κατακτάς σταθερά και πάντα.
Τρία χρόνια διαφορά ηλικίας. Πάντα ήθελα ο άντρας που θα αγαπήσω και θα παντρευτώ να με περνάει τουλάχιστον 10 χρόνια. Έλεγαν οι παλιοί πως ο μεγαλύτερος άντρας ξέρει να προσέχει τη γυναίκα. Με το που σε είδα να πετάς, το ξέχασα. Ήταν ένα «πάντα» που κράτησε μέχρι να σε γνωρίσω. Μετά το ξέχασα. Το θυμήθηκα πάλι τώρα. Το τώρα πάλι είναι σχετικό. Όχι τώρα που γράφω ακριβώς, αλλά τότε, εδώ και μήνες ή χρόνο, που έκοψες το μούσι. Ένα τώρα που έγινε τότε. Γίνεται κι αυτό. Τότε είδα ένα καινούργιο πρόσωπο, πιο νέο και πιο όμορφο, μα τόσο άγνωστο σε μένα. Το είχα ξεχάσει, όπως κι εσύ σε κείνη τη γκαρσονιέρα που συζούσαμε πριν παντρευτούμε. Αφού μου άρεσες έτσι, δεν το ξαναέκοψες. Σ’ εμένα ήθελες να αρέσεις πάντα. Εμένα ήθελες να κατακτάς σταθερά και πάντα.
Πάντα; Πόσο κρατάει αυτό το πάντα;
Πάντα μέχρι τώρα; Πάντα μέχρι τότε; Πάντα μέχρι πριν λίγο καιρό;
«Μη με φιλάς πολύ! Με γρατζουνάς. Γδέρνεις το πρόσωπό μου και με πονάς», σου λέω συχνά τώρα τελευταία.
Εσύ όμως δε μ’ ακούς. Συνεχίζεις να με φιλάς με περισσότερο πάθος από πριν και να με γδέρνεις…
Με κοκκινίζεις, μέχρι που με ματώνεις. Με πονάς και σου φωνάζω:
«Σταμάτα. Η Ελπίδα είμαι. Μήπως ονειρεύεσαι κάποιο μπουμπούκι;»
«Εσένα ποθώ, κι εσένα θέλω. Κάθε ώρα και κάθε στιγμή. Πες μου τι μάγια μού ΄χεις κάνει και με κρατάς μαζί σου 30 χρόνια;»
"Πας μπροστά! 27 είναι!"
«Μια ζωή θα είναι. Πάντα θα είναι. Τι μου κάνεις πες μου και νιώθω πάντα μαζί σου σα να είναι η πρώτη φορά; Τι με πότισες;»
«Αγάπη σε πότισα άντρα μου. Σεβασμό, εκτίμηση κι αλήθειες και τίποτα άλλο».
Πάντα μέχρι τώρα; Πάντα μέχρι τότε; Πάντα μέχρι πριν λίγο καιρό;
«Μη με φιλάς πολύ! Με γρατζουνάς. Γδέρνεις το πρόσωπό μου και με πονάς», σου λέω συχνά τώρα τελευταία.
Εσύ όμως δε μ’ ακούς. Συνεχίζεις να με φιλάς με περισσότερο πάθος από πριν και να με γδέρνεις…
Με κοκκινίζεις, μέχρι που με ματώνεις. Με πονάς και σου φωνάζω:
«Σταμάτα. Η Ελπίδα είμαι. Μήπως ονειρεύεσαι κάποιο μπουμπούκι;»
«Εσένα ποθώ, κι εσένα θέλω. Κάθε ώρα και κάθε στιγμή. Πες μου τι μάγια μού ΄χεις κάνει και με κρατάς μαζί σου 30 χρόνια;»
"Πας μπροστά! 27 είναι!"
«Μια ζωή θα είναι. Πάντα θα είναι. Τι μου κάνεις πες μου και νιώθω πάντα μαζί σου σα να είναι η πρώτη φορά; Τι με πότισες;»
«Αγάπη σε πότισα άντρα μου. Σεβασμό, εκτίμηση κι αλήθειες και τίποτα άλλο».
«Μη με φιλάς άλλο για σήμερα. Δεν βλέπεις; Με γρατζουνάς. Με γδέρνεις. Με ματώνεις».
(Εννοείται ότι είναι αδούλευτο!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου